|
Κώστας Ευαγγελάτος, photo by Stephanos Kaminis. |
ΚΩΣΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΥ
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ…ΕΝ ΑΙΝΙΓΜΑΤΙ
« ΩΣ ΔΙ’ ΕΣΟΠΤΡΟΥ…»
Α'. Ι.- Τροφοδοτώ από το 1973 την ποιητική μου ορμή με ένα
λόγο κατοπτρικό και αδύναμο, αφού είμαι ταυτόχρονα συνθέτων και αποδέκτης. Ένα
λόγο για τον οποίο το ποίημα συνιστά ένα είδος έρεισης, ανεξιχνίαστης και
αμφιλεγόμενης, ένα είδος ώσης που στοχεύει στα τετμημένα προσωπικά πεδία μου.
ΙΙ.-«Βλέπομεν γάρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι». Η
διαπίστωση αυτή παρά και λόγω του θεολογικού της φορτίου (βλ. Παύλος, Α’ Προς
Κορινθίους, ιγ), υποτείνει το Λυοταρικό είκασμα –figure του μεταμοντέρνου στοχαστή Ζαν-Φρανσουά
Λυοτάρ (1924-1998), στοιχείο όχι μόνο της ποίησης αλλά και της οίησης. Ας μη
ξεχνάμε ότι η ποίηση, δεν είναι μόνο μετουσίωση
ψυχικών καταστάσεων και οικειοποιημένων εικόνων και μορφών, δεν είναι
μόνο κάθοδος του ποιητή στον Άδη με τη λύρα του Ορφέα ανά χείρας, αλλά και μία ex nihilo- εκ του μηδενός δημιουργία-γένεση.
Β'.-«Je suis un autre
/ είμαι ένας άλλος», μας λέει ο Αρθούρος Ρεμπώ / A. Rimbault. Τον θυμάμαι ανυποψίαστα όταν αρθρώνω το πρώιμο
τετράστιχο μου:
Κρυβόμαστε πίσω απ’ τις λέξεις.
Κρεμόμαστε πάνω απ’ τις λέξεις.
Κοιμόμαστε κάτω απ’ τις λέξεις.
Πεθαίνουμε για τις λέξεις.
Τον θυμάμαι το ίδιο ανυποψίαστα στα ταμπλώ μου σαν ποιητής,
που δεν είναι κάτι διαφορετικό από τα ποιήματα μου σαν ζωγράφου. « Είμαι ένας
άλλος», λέει εκείνο που ανυποψίαστα
βιώνεις πιθανέ αναγνώστη μου.
Γ'.-«Flesh
composed of suns, how can such be? Exclaim the simple ones», έλεγε ο
Ρόμπερτ Μπράουνινγκ / R. Browning. Κι’
όμως τολμώ να υποκαταστήσω το ποίημα με τη μεταφορά αυτή: «Σάρκα που τη
συνθέτουν ήλιοι» δηλαδή απόλαυση που θραύει το κέλυφος της επιθυμίας, τουτέστιν
τον φαλλό και οδεύει ακάθεκτη προς την τέφρα που το αναιρεί ως ποίημα.
Δ'.Ι.-« Κουρνιάζω στα βυζιά σου». Θυμάμαι το μάγμα του
χαμένου παραδείσου μου κι’ ανεπιγνώστως διαλαλώ πως «Είμαι το στήθος» καθώς σημείωνε ο Φρόυντ / Freud.
II.-«…με
τα πουλιά ξανάρχισα να ζω», «Τέμπερες υδαρές χλωμής αυγής…», «Κρυσταλλωμένο
σούρουπο…», «…λιάζονται σαύρες της σοφίας». Είμαι όμως βέβαιος ότι ο παράδεισος
μου δεν ανακτάται, όσο και να το θέλω. Υπάρχει μια ασυνείδητη ανάμνηση που
προσπαθώ να τη μετατρέψω σε πήγμα, σε κρύσταλλο. Φευ. Είμαι ένα εξόριστο πουλί,
όπως οι άλλοι, οι simple ones,
που διάβασα στον Browning.
Ε'.I.-«Είναι
στιγμές που μου ξεφεύγει τ’ όνομα σου». Άραγε ποιο όνομα ψάχνω; Μήπως ψάχνω το
δικό μου, δηλαδή αυτό το μεγάλο ζητούμενο που με στοιχειώνει;
ΙΙ.-Η απόλαυση για μένα και πιθανόν και για σας είναι η
προσπάθεια να κινηθούμε ανάμεσα στα άπειρα είδωλα, που σχηματίζουν τα παράλληλα
κάτοπτρα των λόγων μας. Ο λόγος μου είναι το διαθλασμένο είδωλο του δικού σας
και τανάπαλιν. Αναρωτιέμαι « …που είναι το σκούξιμο της ηδονής;», «Where is the screaming of delight?». Και η απάντηση μου δίνεται αμέσως: Εδώ φίλοι μου,
ανάμεσα στις λέξεις μου, «στον παλιό καθρέφτη» με τα ερωτικά ίχνη. Αυτό όμως που ερωτώ είναι άλλο: που
βρίσκεται η αλήθεια του υποκειμένου μου, δηλαδή του υποκειμένου σας; Φοβάμαι πως
η αλήθεια έγινε βορά της απόλαυσης, γιατί η απόλαυση ζητά να αποτεφρώσει το
αντικείμενο και όχι να το βγάλει από τη λήθη του.
ΣΤ'.Ι.- Εξου και η αγωνία! «…η απύθμενη αγωνία είναι η
τυραννία μου». Μα όποιος δεν έχει καταλάβει ότι η τέχνη είναι…απόλαυση, δεν
μπόρεσε ποτέ να αντιληφθεί την αληθινή της διάσταση και την υπόγεια διασύνδεση
της με την παθολογία.
ΙΙ.- «Ποίημα μάρτυρας βουβός καθρέφτης». Στο κάτοπτρο
ανασυνθέτω το διαμελισμένο σώμα μου, που μέσα από σημαίνουσες αλυσώσεις
οδηγείται σ’ αυτό που είναι η έκθλιψη της έκθλιψης του, δηλαδή σε αυτό που
σημαίνει, αν βέβαια μπορεί ποτέ αυτό να σημανθεί στον ίδιο μου το στίχο:
«Ποίημα τύπωμα γυμνής οδύνης».
Ζ'.- Το ευτύχημα είναι πως βλέπουμε τα πράγματα «δι’εσόπτρου εν αινίγματι», γιατί διαφορετικά θα είχαμε γίνει και εσείς και εγώ,
δηλαδή τα γράμματα που μας απαρτίζουν, στήλες άλατος.
Ι'.-Νομίζω, φίλοι μου, πως η Ευρυδίκη πρέπει να μείνει στον
Άδη. Πρέπει να μείνουμε ενδεδυμένοι. Η γύμνια και η απόλυτη αλήθεια είναι
μάλλον τραγική.
Η'. Ι.- Ενίοτε όμως, «όταν οι λέξεις γίνονται διαμάντια, οι
τυμβωρύχοι κοκκαλώνουν».
ΙΙ.- Στο τέλος πάντα φθάνει η Άτροπος εν μέσω φάσματος
ποιητικών «Ερμητικών Λαμπίδων» για τον
επιβαλλόμενο απολογισμό. Ο εκφραστικός λόγος με «τάνυσμα θανάτου» οδεύει στο
μηδέν. Και εν τούτοις ευελπιστώ…με ένα θεώρημα:
Λόγος και Μύθος.
Δόξα και
Πίστη.
Ψυχή και
Σώμα.
Νους και
θεώρημα
στο
ομιχλώδες πέπλο
της
τριαδικής ισότητας:
Σκαπανείς
της σκέψης
αναδομούν
αρμονικά
το Γένος
της επίλυσης.
Κώστας Ευαγγελάτος
Σύνοψη 2017.